Μια κουβέντα με τον Βαγγέλη Γιαννίση!

Spread the love

Πάνε χρόνια που γνώρισα τον Βαγγέλη Γιαννίση. Όπως, συνήθως, συμβαίνει με την περίπτωσή μου, πρώτα γνώρισα την «πένα» του, μετά το πληκτρολόγιό του, μιας και το ‘χω τάμα να τον φιλοξενώ με κάθε νέο του βιβλίο, και στο τέλος τον ίδιο.

Παρουσίαση βιβλίου, Θεσσαλονίκη, συζήτηση, κρασί και μια δυνατή φιλία γεννήθηκε. Και έτσι κάπως, ξεκινάει κι η σημερινή κουβέντα. Ο διαδικτυακός καφές που είχαμε, μιας κι ο διά ζώσης είναι απαγορευμένος. Αφορμή το «Λεωφόρος Αλεξάνδρας 173», το βιβλίο με τα εγχώρια εγκλήματα που μας αφηγείται ο Βαγγέλης, μα καλύτερα ας μας τα πει ο ίδιος.
Αριστείδης Καρεμφύλλης: Τι συμβαίνει στην Λεωφόρο Αλεξάνδρας;
Βαγγέλης Γιαννίσης: Εξιχνιάζονται εγκλήματα, φυσικά! Κυρίως, βέβαια, παρακολουθούμε ιστορίες ανθρώπων, ερευνητών που προσπαθούν να αποδώσουν δικαιοσύνη και θυμάτων, τα οποία απαιτούν δικαίωση.
Α.Κ.: Τι είναι αυτό που σε έκανε να ανατριχιάσεις περισσότερο γράφοντας αυτό το βιβλίο;
Β.Γ.: Χωρίς να κάνω κάποιο σπόιλερ, οι λεπτομέρειες της τέταρτης ιστορίας. Όσοι έχουν ήδη διαβάσει το βιβλίο πιστεύω περίμεναν αυτή την απάντηση, οι υπόλοιποι που θα το διαβάσουν νομίζω θα συμφωνήσουν.
Α.Κ.: Από το Έρεμπρο στην Αθήνα. Πώς ήταν το ταξίδι;
Β.Γ.: Αρκετά ομαλό. Πλέον, βέβαια, μπορεί να έχω ωραιοποιήσει τις αναμνήσεις, μιας και έχουν περάσει αρκετά χρόνια από την επιστροφή μου. Δεν παραπονιέμαι, ωστόσο. Με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο έχω φτιάξει μία ζωή που μου αρέσει και απολαμβάνω.
Α.Κ.: Για τους φαν του Άντερς ετοιμάζεις κάτι;
Β.Γ.: Δεν ετοιμάζω απλά, είναι ήδη έτοιμο! Η καραντίνα, βλέπεις, μας έδωσε αρκετό χρόνο.
Α.Κ.: Αν σου δινόταν η ευκαιρία να γνωρίσεις ένα πασίγνωστο δολοφόνο, ποιος θα ήθελες να είναι αυτός και γιατί; Β.Γ.: Κανέναν. Πλέον έχουν αρχίσει να με έλκουν περισσότερο οι ιστορίες και οι ζωές των θυμάτων παρά των δολοφόνων.

Α.Κ.: Πώς περνάει την μέρα του ένας συγγραφέας;

Β.Γ.: Βαρετά, θα έλεγα. Τα πρωινά δουλεύοντας και τα απογεύματα με μαγείρεμα, γυμναστική, καμιά σειρά ή ταινία στο Netflix, τώρα που βρίσκομαι σε περίοδο αγρανάπαυσης από τη συγγραφή – μέχρι το καλοκαίρι, δηλαδή.
Α.Κ.: Πόσο καιρό σου παίρνει να γράψεις ένα βιβλίο;
Β.Γ.: Από τη στιγμή που θα τελειώσει η έρευνα και ο σχεδιασμός του βιβλίου (που μπορεί να πάρουν από έναν με δύο μήνες έως και μισό χρόνο), τότε τα πράγματα γίνονται πιο απλά: κατά μέσο όρο σε τρεις με τέσσερις μήνες έχει τελειώσει το πρώτο γράψιμο, που λέμε.
Α.Κ.: Τι είναι αυτό που σε ωθεί να γράψεις και τι αυτό που σε σταματάει;
Β.Γ.: Μία νέα ιδέα είναι πάντα μία καλή αφορμή για να γράψω. Όσο για το τι με σταματάει, θα έλεγα η ανάγκη για ύπνο, μιας και γράφω κυρίως βραδινές ώρες.
Α.Κ.: Τι είναι αυτό που σου έλειψε μέσα στην καραντίνα;
Β.Γ.: Ένα κοκτέιλ έξω.
Α.Κ.: Δώσε μου μια ευχή για το μέλλον.
Β.Γ.: Δεν θα πρωτοτυπήσω: θα ευχηθώ και στα δικά μας οι ανεμβολίαστοι και καλή μας λευτεριά.
Έτσι κλείσαμε κι αυτή την κουβέντα μας. Με μια δόση νοσταλγίας βέβαια. Λίγο η έλλειψη, λίγο η ανάγκη να πούμε περισσότερα. Αυτό συμβαίνει πάντα με τις ανθρώπινες κουβέντες άλλωστε. Μα το καλύτερο, είναι ότι ο Βαγγέλης Γιαννίσης είναι ένας άνθρωπος πολυγραφότατος και πολλά υποσχόμενος στον εκδοτικό κλάδο. Και σίγουρα θα είναι εξαιρετική συντροφιά για όποιον επιλέξει να τον διαβάσει. Καλή ανάγνωση!

Αριστείδης Καρεμφύλλης

Αρχισυντάκτης


Λεωφόρος Αλεξάνδρας 173

Συγγραφέας:
Ο Βαγγέλης Γιαννίσης σε έναν διαφορετικό ρόλο. Για πρώτη φορά συγγραφέας εισβάλει στο τμήμα Εγκλημάτων και παρουσιάζει 5 πραγματικές ιστορίες Ανθρωποκτονιών.

Απάντηση